Δημήτριος Σφαιρόπουλος
Α’ Καρδιολογική Κλινική, Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

Άγγελος Αρσενίου
Α’ Καρδιολογική Κλινική, Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

Άρης Μπεχλιούλης
Β’ Καρδιολογική Κλινική, Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

Παναγιώτης Κοραντζόπουλος
Α’ Καρδιολογική Κλινική, Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

Περίληψη

H τεχνολογία που αφορά τους εμφυτεύσιμους καρδιομετατροπείς-απινιδιστές (Implantable Cardioverter-Defibrillators / ICDs) συνεχώς εξελίσσεται, όπως και οι κλινικές ενδείξεις τοποθέτησής τους. Παρά τις σύγχρονες ενδείξεις τοποθέτησης με βάση τις αρχές της αποδεικτικής ιατρικής, πολλές πτυχές της χρήσης των συσκευών αυτών παραμένουν αμφιλεγόμενες και ασαφείς, ενώ συνεχίζουν να υπάρχουν ανεπίλυτα ζητήματα και λιγότερο σαφείς ενδείξεις. Όσον αφορά την εμφύτευση στα πλαίσια της δευτερογενούς πρόληψης του αιφνίδιου καρδιακού θανάτου στις περισσότερες περιπτώσεις οι ενδείξεις είναι σαφείς. Αντιθέτως, οι κλινικές αποφάσεις που αφορούν την εμφύτευση στα πλαίσια της πρωτογενούς πρόληψης είναι περισσότερο περίπλοκες. Η θεραπεία με ICD είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική όσον αφορά την πρόληψη του αιφνίδιου καρδιακού θανάτου σε ένα ευρύ φάσμα κλινικών καταστάσεων. Η πλειονότητα των ασθενών που λαμβάνουν ICD πάσχουν από καρδιακή ανεπάρκεια με σοβαρά επηρεασμένη λειτουργικότητα της αριστερής κοιλίας. Σημειωτέον, η διαστρωμάτωση κινδύνου των υποψήφιων ασθενών για λήψη ICD είναι ιδιαίτερα σημαντική ώστε να επιτευχθεί η βέλτιστη σχέση κόστους/οφέλους. Εκτός από τους ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια που έχουν αυξημένο κίνδυνο αιφνίδιου καρδιακού θανάτου, οι ασθενείς οι οποίοι πάσχουν από διάφορες αρρυθμιογόνες καρδιομυοπάθειες ή διαυλοπάθειες είναι επίσης πιθανοί υποψήφιοι για εμφύτευση ICD. Σε αυτό πλαίσιο, έχουν αναπτυχθεί μέθοδοι διαστρωμάτωσης κινδύνου με στόχο την υποβοήθηση της λήψης κλινικών αποφάσεων κατά περίπτωση. Στις καρδιομυοπάθειες με επηρεασμένη λειτουργικότητα της αριστερής κοιλίας, η χρήση του κλάσματος εξώθησης της αριστερής κοιλίας (ΚΕΑΚ) ως μοναδικού μέσου για τη διαστρωμάτωση του αρρυθμιολογικού κινδύνου έχει πτωχή προγνωστική αξία. Στην πραγματικότητα, η πλειονότητα των αιφνίδιων θανάτων εμφανίζεται σε ασθενείς με περισσότερο διατηρημένη συστολική λειτουργία της αριστερής κοιλίας. Επομένως, νέα σχήματα διαστρωμάτωσης κινδύνου πέραν του ΚΕΑΚ που περιλαμβάνουν μη-επεμβατικούς και επεμβατικούς αρρυθμικούς δείκτες θα πρέπει να αξιολογηθούν προσεκτικά σε προοπτικές τυχαιοποιημένες μελέτες. Τέλος, πολλά υποσχόμενες νέες τεχνολογίες, όπως οι υποδόριοι ICDs που προσφέρουν αποτελεσματική απινίδωση χωρίς ενδοκαρδιακά καλώδια, θα πρέπει να εξελιχθούν περαιτέρω καθώς και να αξιολογηθούν σε συγκεκριμένους πληθυσμούς ασθενών.

PDF